Ο φραπέ είναι ο παγωμένος στιγμιαίος καφές που παρασκευάζεται με χτύπημα είτε σε σέικερ είτε με ειδικό μιξεράκι, δημιουργώντας αφρό. Εξ’ ου και το όνομά του, από την ομώνυμη γαλλική λέξη (frappe), που σημαίνει χτυπημένος. Συνοδεύεται από πολλά παγάκια και πίνεται με καλαμάκι.
Ανακαλύφθηκε στην Ελλάδα και δεν παρασκευάζεται σε άλλες χώρες, προς απογοήτευση αρκετών Ελλήνων που ζουν στο εξωτερικό. Η πρώτη ύλη του φραπέ χρησιμοποιείται σε πολλά μέρη αλλά πουθενά δεν σερβίρεται όπως ο φραπές, που ανακαλύφθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Η τυχαία ανακάλυψη
Ο φραπές μετρά περίπου 60 χρόνια ζωής. Το εντυπωσιακό είναι ότι ανακαλύφθηκε τυχαία το 1957.
Στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ο Γιάννης Δρίτσας, αντιπρόσωπος της εταιρίας Νεστλέ στην Ελλάδα, παρουσίασε ένα παιδικό ρόφημα με βάση τη σοκολάτα. Η συνταγή ήταν απλή. Γάλα, σοκολάτα σε σκόνη, χτύπημα σε σέικερ και έτοιμο προς κατανάλωση. Κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος, ένας υπάλληλος της εταιρείας, ο Δημήτρης Βακόνδιος θέλησε να πιει τον συνηθισμένο του καφέ.
Τον στιγμιαίο καφέ της εταιρίας, τον οποίο ανακάτευε με ζεστό νερό, με κουτάλι, προσθέτοντας ζάχαρη.
Δεν βρήκε όμως ζεστό νερό και έχοντας δει πολλές φορές το αφεντικό του να παρουσιάζει το σοκολατούχο ρόφημα με το σέικερ, αποφάσισε να κάνει το ίδιο χρησιμοποιώντας αντί για σοκολάτα σε σκόνη, καφέ, που ανακάτεψε με κρύο νερό. Έτσι δημιούργησε κατά τύχη τον διάσημο καφέ φραπέ.
«Μου λέρωσε το κοστούμι, αλλά έτσι γεννήθηκε ο φραπές! Από την αρχή ο κόσμος τον είδε σαν αναψυκτικό. Λέγανε: η μπίρα είναι μισό ποτήρι αφρός και κοστίζει 8 δραχμές. Αυτός ο καφές είναι επίσης μισός αφρός, αλλά κοστίζει 7 δραχμές», ανέφερε σε συνέντευξη του
Έναν από του πρώτους καφέδες φραπέ κατασκεύασε και ο Χρήστος Λέντζος στην περίφημη καφετέριά του στο Παγκράτι το 1965.
Η λεπτομέρεια που έκανε τη διαφορά στη συνταγή του Λέντζου ήταν ότι αφού χτυπούσε το ρόφημα, πρόσθετε μια ακόμα κουταλιά καφέ πάνω από τον αφρό, κάνοντάς τον έτσι ακόμα πιο δυνατό.
Ο συγκεκριμένος καφές για πολλά χρόνια πρακτικά ήταν μονοπώλιο, αφού όσοι προσπάθησαν να τον συναγωνιστούν καταποντίστηκαν. Οι Έλληνες είχαν εθιστεί στη γεύση και την κουλτούρα του φραπόγαλου, παρόλο που αρκετούς τους πείραζε, καθώς ήταν πολύ δυνατός και αφιλτράριστος, κάτι που αντιμετωπίστηκε με τον ντεκαφεϊνέ.
Τελικά, ο φραπές βρήκε το μεγάλο αντίπαλό του στον φρέντο, αν και διατηρεί ακόμη φανατικούς λάτρεις.
Ανακαλύφθηκε στην Ελλάδα και δεν παρασκευάζεται σε άλλες χώρες, προς απογοήτευση αρκετών Ελλήνων που ζουν στο εξωτερικό. Η πρώτη ύλη του φραπέ χρησιμοποιείται σε πολλά μέρη αλλά πουθενά δεν σερβίρεται όπως ο φραπές, που ανακαλύφθηκε στη Θεσσαλονίκη.
Η τυχαία ανακάλυψη
Ο φραπές μετρά περίπου 60 χρόνια ζωής. Το εντυπωσιακό είναι ότι ανακαλύφθηκε τυχαία το 1957.
Στη Διεθνή Έκθεση Θεσσαλονίκης, ο Γιάννης Δρίτσας, αντιπρόσωπος της εταιρίας Νεστλέ στην Ελλάδα, παρουσίασε ένα παιδικό ρόφημα με βάση τη σοκολάτα. Η συνταγή ήταν απλή. Γάλα, σοκολάτα σε σκόνη, χτύπημα σε σέικερ και έτοιμο προς κατανάλωση. Κατά τη διάρκεια ενός διαλείμματος, ένας υπάλληλος της εταιρείας, ο Δημήτρης Βακόνδιος θέλησε να πιει τον συνηθισμένο του καφέ.
Τον στιγμιαίο καφέ της εταιρίας, τον οποίο ανακάτευε με ζεστό νερό, με κουτάλι, προσθέτοντας ζάχαρη.
Δεν βρήκε όμως ζεστό νερό και έχοντας δει πολλές φορές το αφεντικό του να παρουσιάζει το σοκολατούχο ρόφημα με το σέικερ, αποφάσισε να κάνει το ίδιο χρησιμοποιώντας αντί για σοκολάτα σε σκόνη, καφέ, που ανακάτεψε με κρύο νερό. Έτσι δημιούργησε κατά τύχη τον διάσημο καφέ φραπέ.
«Μου λέρωσε το κοστούμι, αλλά έτσι γεννήθηκε ο φραπές! Από την αρχή ο κόσμος τον είδε σαν αναψυκτικό. Λέγανε: η μπίρα είναι μισό ποτήρι αφρός και κοστίζει 8 δραχμές. Αυτός ο καφές είναι επίσης μισός αφρός, αλλά κοστίζει 7 δραχμές», ανέφερε σε συνέντευξη του
Έναν από του πρώτους καφέδες φραπέ κατασκεύασε και ο Χρήστος Λέντζος στην περίφημη καφετέριά του στο Παγκράτι το 1965.
Η λεπτομέρεια που έκανε τη διαφορά στη συνταγή του Λέντζου ήταν ότι αφού χτυπούσε το ρόφημα, πρόσθετε μια ακόμα κουταλιά καφέ πάνω από τον αφρό, κάνοντάς τον έτσι ακόμα πιο δυνατό.
Ο συγκεκριμένος καφές για πολλά χρόνια πρακτικά ήταν μονοπώλιο, αφού όσοι προσπάθησαν να τον συναγωνιστούν καταποντίστηκαν. Οι Έλληνες είχαν εθιστεί στη γεύση και την κουλτούρα του φραπόγαλου, παρόλο που αρκετούς τους πείραζε, καθώς ήταν πολύ δυνατός και αφιλτράριστος, κάτι που αντιμετωπίστηκε με τον ντεκαφεϊνέ.
Τελικά, ο φραπές βρήκε το μεγάλο αντίπαλό του στον φρέντο, αν και διατηρεί ακόμη φανατικούς λάτρεις.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου