Η ιστορία της Ταϊβάν – Πορτογάλοι, Ολλανδοί, Ισπανοί, Κινέζοι και Ιάπωνες έχουν περάσει από το νησί – Ο Τσανγκ Κάι-σεκ και το κόμμα Κουόμιντανγκ – Πού οφείλεται η διαμάχη Κίνας και Ταϊβάν
Τις τελευταίες μέρες όλη η ανθρωπότητα παρακολουθεί με ιδιαίτερο ενδιαφέρον τα τεκταινόμενα στην Ανατολική Ασία, καθώς η επίσκεψη της Αμερικανίδας Προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Νάνσι Πελόζι στην Ταϊβάν προκάλεσε σφοδρές αντιδράσεις στο Πεκίνο. Δεν πρόκειται όμως για κάτι καινούργιο, καθώς η διαμάχη μεταξύ Πεκίνου και Ταϊπέι (πρωτεύουσας της Ταϊβάν) έχει «ιστορία» δεκάδων χρόνων. Ας δούμε όμως περισσότερα στοιχεία για την Ταϊβάν και το ιστορικό της διαμάχης της με την Κίνα.
Γεωγραφικά και ιστορικά στοιχεία για την Ταϊβάν
Η Ταϊβάν ,που δεν είναι αναγνωρισμένη διεθνώς με αυτό το όνομα αλλά λέγεται επίσημα Δημοκρατία της Κίνας, είναι νησί της ανατολικής Ασίας. Εκτός από το ομώνυμο νησί, στη χώρα ανήκουν 168 ακόμα μικρότερα. Χωρίζεται από την Κίνα με το στενό της Ταϊβάν και βρέχεται στα βόρεια από την Ανατολική Κινεζική Θάλασσα, στα ανατολικά από τον Ειρηνικό Ωκεανό και στα νότια από τη Νότια Κινεζική Θάλασσα. Έχει έκταση 36.197 τ. χλμ. και πληθυσμό 23.400.000 περίπου. Οι πρώτες πληροφορίες σχετικά με την Ταϊβάν προέρχονται από τους Κινέζους που την ανακάλυψαν γύρω στα τέλη του 6ου π.Χ. αιώνα ,αλλά την αποίκισαν μόλις στα τέλη του 17ου αιώνα. Ως τότε υπήρχαν λίγοι πυρήνες Κινέζων στη ζώνη του ποταμόκολπου όπου βρίσκεται σήμερα η Ταϊπέι και στο βόρειο μέρος του νησιού, ανάμεσα στην Ταϊπέι και την ακτή.
Οι πρώτοι Κινέζοι που εγκαταστάθηκαν στην Ταϊβάν ήταν κάτοικοι της κοιλάδας του ποταμού Γιανγκτσέ. Γρήγορα όμως τους ακολούθησαν και Κινέζοι άποικοι της φυλετικής ομάδας Χαν. Τον 13ο αιώνα η μογγολική δυναστεία Γιουάν έκανε το νησί επαρχία της κινεζικής αυτοκρατορίας. Μεγαλύτερη ήταν η ανάπτυξη της Ταϊβάν κατά την περίοδο της δυναστείας των Μινγκ (1368-1644). Τότε άρχισε και το ενδιαφέρον των Ευρωπαίων για το νησί. Αρχικά των Πορτογάλων που το ονόμασαν Φορμόζα, όνομα με το οποίο αναφέρεται συχνά ως σήμερα. Ακολούθησαν οι Ολλανδοί ,που το 1621 κατέλαβαν τα γειτονικά νησιά Πεσκαδόρες. Το 1624 Ολλανδοί και Ισπανοί άρχισαν να ερίζουν για την κυριαρχία στην Ταϊβάν.
Τελικά επικράτησαν οι πρώτοι ,για μικρό χρονικό διάστημα όμως, καθώς το 1644 η δυναστεία των Μινγκ κλονίστηκε μετά την επικράτηση της μαντζουριανής δυναστείας των Τσινγκ. Το 1661 αποβιβάστηκε στην Ταϊβάν ο Κινεζοϊάπωνας μέτοικος Τσενγκ Τσενγκ-κουνγκ, γνωστός στους Ευρωπαίους ως Κοξίνγκα, επικεφαλής μιας ομάδας υποστηρικτών της ομάδας των Μινγκ που είχαν ηττηθεί από τους Τσινγκ και χρησιμοποιώντας ευρωπαϊκά όπλα νίκησε τους Ολλανδούς (1662) και εγκαθίδρυσε μια βραχύβια ανεξάρτητη δυναστεία ως το 1683 οπότε οι Τσινγκ κυριάρχησαν και στην Ταϊβάν.
Τα επόμενα χρόνια άρχισε να αναδεικνύεται η στρατηγικής σημασίας θέση του νησιού. Τον 18ο και τον 19ο αιώνα εκατοντάδες χιλιάδες Κινέζοι αποίκισαν την Ταϊβάν που έγινε στόχος επιθέσεων Αμερικανών και Ιαπώνων. Η εξέγερση των Τάιπινγκ (1851-1864) είχε σαν αποτέλεσμα την αποδυνάμωση της κινεζικής αυτοκρατορίας. Ακολούθησαν νέες ιαπωνικές και αμερικανικές επιδρομές μεταξύ 1867-1875 και, ο σύντομος αλλά καταστροφικός για την Κίνα, σινοϊαπωνικός πόλεμος του 1894-1895 μετά τη λήξη του οποίου και με τη Συνθήκη του Σιμονοσέκι η Ταϊβάν παραχωρήθηκε στην Ιαπωνία. Όμως οι κάτοικοί της, κινεζικής καταγωγής, οι περισσότεροι, επιθυμούσαν την επιστροφή της στην Κίνα.
Από το 1943 ως σήμερα
Κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου στη Διάσκεψη του Καΐρου (φθινόπωρο 1943), οι Ρούζβελτ, Τσόρτσιλ και ο Κινέζος στρατηγός και πολιτικός Τσανγκ Κάι-σεκ αποφάσισαν την επιστροφή της Ταϊβάν στην Κίνα. Αυτό επικυρώθηκε το 1945 με τη Διάσκεψη του Πότσνταμ. Η ήττα όμως του Τσανγκ Κάι-σεκ και του Εθνικιστικού Κινεζικού Κόμματος (Κούομιντανγκ) από τους Κομμουνιστές του Μαο Τσε-τουνγκ , στην οποία θα αναφερθούμε εκτενέστερα στη συνέχεια, υποχρέωσε τους υποστηρικτές του πρώτου να εγκαταλείψουν τον Δεκέμβριο του 1949 την ηπειρωτική Κίνα και να εγκατασταθούν στην Ταϊβάν.
Αυτοί βρήκαν μεγάλη στήριξη από τις Η.Π.Α. καθώς τον Ιούνιο του 1950 μετά το ξέσπασμα του πολέμου της Κορέας, ο Αμερικανός πρόεδρος Χάρι Τρούμαν έδωσε εντολή στον 7ο Αμερικανικό Στόλο να αποκρούσει με κάθε τρόπο πιθανές επιθέσεις των (κομμουνιστών) Κινέζων στην Ταϊβάν. Παράλληλα ο Τσανγκ Κάι-σεκ κλήθηκε να κατασκευάσει οχυρωματικά έργα στις ακτές της Ταϊβάν για να αποτρέψει πιθανή κινεζική επίθεση.
Ο Τρούμαν θεωρούσε ότι «αν η κυβέρνηση του Πεκίνου καταλάμβανε την Ταϊβάν, αυτό θα αποτελούσε άμεση απειλή κατά της περιοχής του Ειρηνικού και των αμερικανικών δυνάμεων που στάθμευαν εκεί». Ο Τσανγκ Κάι-σεκ όμως επιθυμούσε επιστροφή στην ηπειρωτική Κίνα και ανάληψη της διακυβέρνησης της. Οι Η.Π.Α. φοβούμενες επιδείνωση των ήδη κακών τους σχέσεων με το Πεκίνο διαχώρισαν τη θέση τους και το 1953 ο πρόεδρος Αϊζενχάουερ ξεκαθάρισε ότι ο 7ος Αμερικανικός Στόλος θα επενέβαινε για να παρεμποδίσει εισβολή της Κίνας στην Ταϊβάν και όχι για να συνδράμει τον Τσανγκ Κάι-σεκ σε πιθανή εισβολή των δυνάμεών του στην ηπειρωτική Κίνα.
Οι Η.Π.Α. όμως φρόντισαν να ενισχύσουν την κυβέρνηση της Ταϊπέι με την επικύρωση στα τέλη του 1954 στρατιωτικής συμφωνίας αμοιβαίας βοήθειας σε καιρό πολέμου. Ο Τσανγκ Κάι-σεκ διατηρούσε πάντα έναν πολυπληθή στρατό αναζητώντας την κατάλληλη ευκαιρία να επιτεθεί στην ηπειρωτική Κίνα. Είναι χαρακτηριστικό ότι ο στρατός αυτός είχε σταθερή δύναμη 500.000 ανδρών ακόμα και όταν η Ταϊβάν είχε συνολικό πληθυσμό 9.000.000 (1955)…
Σταδιακά η προοπτική πολεμικής αναμέτρησης Πεκίνου-Ταϊπέι άρχισε να απομακρύνεται. Τα σοσιαλιστικά κράτη και ένας διαρκώς αυξανόμενος αριθμός χωρών του λεγόμενου Τρίτου Κόσμου αναγνώριζαν το Πεκίνο ενώ οι περισσότερες δυτικές χώρες αναγνώριζαν μόνο την Ταϊπέι. Η Ταϊβάν διατηρούσε τη θέση της Κίνας στον Ο.Η.Ε. και μάλιστα ως μόνιμο μέλος σύμφωνα με την ιδρυτική διακήρυξη του Οργανισμού. Από τις αρχές της δεκαετίας του 1970 όμως τα πράγματα άλλαξαν. Ο Αμερικανός πρόεδρος Ρίτσαρντ Νίξον αναθεώρησε ριζικά την πολιτική των Η.Π.Α. στον Ειρηνικό Ωκεανό και την ανατολική-νοτιοανατολική Ασία.
Το 1971 η Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε. ενέκρινε την εισδοχή της Κίνας στον Οργανισμό και την αποπομπή της Ταϊβάν. Το 1972 μάλιστα ο Νίξον επισκέφθηκε την Κίνα και αποδέχθηκε την αξίωση του Πεκίνου ότι η Ταϊβάν αποτελεί τμήμα της Κίνας. Παράλληλα υποσχέθηκε να περιορίσει την αμερικανική στρατιωτική παρουσία στο νησί καθώς και τις στρατιωτικές εγκαταστάσεις.
Η ριζική μεταστροφή της αμερικανικής πολιτικής οφείλεται στο πάγωμα των σχέσεων μεταξύ Κίνας και Ε.Σ.Σ.Δ. εκείνη την εποχή, κάτι που οδήγησε εσπευσμένα τις Η.Π.Α. στο μεγάλο άνοιγμα προς την Κίνα. Στις 5 Απρίλιου 1975 πέθανε ο Τσανγκ Κάι-σεκ και τον διαδέχθηκε ο γιος του Τσανγκ Τσινγκ-κούο ο οποίος αντιλήφθηκε ότι το πρόβλημα της Ταϊβάν δεν ήταν η ανακατάληψη της Κίνας αλλά η επιβίωση της. Τον Δεκέμβριο του 1978 οι Η.Π.Α. διέκοψαν τις διπλωματικές σχέσεις τους με την Ταϊβάν αναγνωρίζοντας μόνο τη Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας. Ωστόσο, Ουάσιγκτον και Ταϊπέι συνέχισαν τις σχέσεις τους σε μη κυβερνητικό επίπεδο. Οι εμπορικές τους συναλλαγές όπως και η πώληση όπλων από τις Η.Π.Α. στην Ταϊβάν συνεχίστηκαν. Σταδιακά άρχισε ο εκδημοκρατισμός της Ταϊβάν.
Το 1981 έγιναν οι πρώτες πολυκομματικές εκλογές στην Ταϊβάν τις οποίες κέρδισε το Κουόμιντανγκ. Πρόεδρος της χώρας εκλέχθηκε ο Λι Τενγκ-χούι. Νέα πρόταση της Κίνας για επανένωση των δύο χωρών απορρίφθηκε το 1989. Το Κουόμιντανγκ και ο Λι Τενγκ-χούι κέρδισαν τις εκλογές το 1992 και το 1996, όμως σταδιακά άρχισε να αυξάνει τα ποσοστά του το Δημοκρατικό Προοδευτικό Κόμμα. Το 1995 ο Λι Τενγκ-χούι έγινε ο πρώτος πρόεδρος της Ταϊβάν που επισκέφθηκε έστω ανεπίσημα τις Η.Π.Α. παρά τη σφοδρή αντίδραση του Πεκίνου που διαμαρτυρήθηκε έντονα για την επίσκεψη του Δαλάι Λάμα (του Θιβέτ) στην Ταϊβάν.
Στις προεδρικές εκλογές του 2000 υπήρξε πολιτική αλλαγή στη χώρα. Ο υποψήφιος του Δημοκρατικού Προοδευτικού Κόμματος Τσεν Σούι-μπιαν επικράτησε και εκδήλωσε την επιθυμία για εποικοδομητικό διάλογο με την Κίνα. Όμως σύντομα απέρριψε και τη νέα πρόταση του Πεκίνου για επανένωση των δύο χωρών με δημιουργία «ενός έθνους με δύο συστήματα» (σοσιαλιστικό και ελεύθερης αγοράς). Αργότερα το κοινοβούλιο της Ταϊβάν ανακοίνωσε την άρση της 50ετούς απαγόρευσης των εμπορικών συναλλαγών με την Κίνα.
Έτσι στις αρχές του 2001 Κινέζοι και Ταϊβανέζοι για πρώτη φορά μετά το 1949 ταξίδεψαν ελεύθερα προς τις δύο χώρες. Το 2002 η Ταϊβάν έγινε μέλος του Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου αλλά η Κίνα μπλόκαρε και πάλι τη, δέκατη, αίτηση της Ταϊβάν για ένταξη στον Ο.Η.Ε. Το 2004 ο Τσεν Σούι-μπιαν εκλέχθηκε εκ νέου πρόεδρος της Ταϊβάν μια μέρα μετά την αποτυχημένη απόπειρα δολοφονίας εναντίον του. Το ίδιο έτος η Κίνα κατόρθωσε να μην γίνει δεχτή η ονομασία Ταϊβάν στο Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου αλλά και στους Ολυμπιακούς Αγώνες της Αθήνας. Το 2009 η Ταϊβάν συμμετείχε στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας για πρώτη φορά μετά από 38 χρόνια με την ονομασία «Chinese Taiwan».
Στο μεταξύ στις εκλογές του 2008 εκλέχθηκε πρόεδρος ο υποψήφιος του Κουόμιντανγκ Μα Γινγκ-τζέου. Το 2014 μια ομάδα φοιτητών αντέδρασε έντονα σε μια αμφιλεγόμενη εμπορική συμφωνία με την Κίνα αποτρέποντας την υπογραφή της. Στις 17 Νοεμβρίου 2015 έγινε στη Σιγκαπούρη ιστορική συνάντηση μεταξύ των ηγετών της Κίνας Σι Τζιν-πινγκ και της Ταϊβάν Μα Γινγκ-τζέου. Το 2016 πρόεδρος της Ταϊβάν εκλέχθηκε η Τσάι Ινγκ-ζουέν. Λίγο νωρίτερα, ο Κινέζος πρόεδρος Σι Τζιν-πινγκ είχε εκφράσει την άποψη ότι η Ταϊβάν αποτελεί μέρος της Κίνας, η οποία διατηρεί το δικαίωμα να χρησιμοποιεί βία, θα αγωνιστεί όμως για την ειρηνική επανένωση των δύο χωρών. Το 2020 η Τσάι Ινγκ-ζουέν εκλέχθηκε εκ νέου πρόεδρος της Ταϊβάν.
Τι έγινε το κρίσιμο διάστημα 1945-1949 στην Ταϊβάν;
Οι κάτοικοι της Ταϊβάν ήταν ενθουσιασμένοι αρχικά μετά την επιστροφή του υπό κινεζική διοίκηση το 1945. Σταδιακά όμως ο αποκλεισμός τους από υψηλότερες θέσεις, η αναβολή των τοπικών εκλογών, ακόμα και μετά την ψήφιση Συντάγματος στην ηπειρωτική χώρα, η απαλλοτρίωση των επιχειρήσεων και η παράδοσή τους σε κρατικά μονοπώλια, καθώς και ο υπερπληθωρισμός προκάλεσαν γενική δυσφορία. Η δολοφονία ενός αμάχου στην Ταϊβάν στις 28 Φεβρουαρίου 1947 οδήγησε σε γενικευμένη αναταραχή που καταπνίγηκε από τον Στρατηγό Τσεν Γι που είχε παραλάβει την Ταϊβάν από τους Ιάπωνες. Υπήρξαν χιλιάδες θύματα (18.000-30.000 νεκροί) και ο Τσεν Γι αντικαταστάθηκε από τον Γουέι Ταο-μινγκ που προσπάθησε να κάνει κάποιες δημοκρατικές μεταρρυθμίσεις.
Ο εμφύλιος πόλεμος στην ηπειρωτική Κίνα είχε ουσιαστικά ξεκινήσει το 1927 με την οριστική ρήξη ανάμεσα στη δεξιά πτέρυγα του Κουόμιντανγκ και τους κομμουνιστές. Τερματίστηκε το 1937 καθώς η εθνικιστική κυβέρνηση δεν μπορούσε πλέον να αντισταθεί στην ιαπωνική εισβολή στην Κίνα που είχε ξεκινήσει το 1932. Μετά το τέλος του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου οι εθνικιστές ενισχυμένοι από τις Η.Π.Α. και οι κομμουνιστές ενισχυμένοι από την ΕΣΣΔ άρχισαν πάλι να πολεμούν μεταξύ τους. Αρχικά οι εθνικιστές έδειχναν να επικρατούν.
Σταδιακά όμως οι κομμουνιστές κατέλαβαν την Μαντζουρία (1947-1948), το Πεκίνο (1949), τη Νανσίγκ, την Σαγκάη, την Καντόνα και την Τσουνγίνγκ. Η κυβέρνηση του Κουόμιντανγκ υπό τον Τσανγκ Κάι-σεκ κατέφυγε όπως αναφέραμε, στην Ταϊβάν ενώ την 1η Οκτωβρίου 1949 ανακηρύχθηκε η Λαϊκή Δημοκρατία της Κίνας με πρόεδρο τον Μάο Τσε-τουνγκ, ηγέτη του Κινεζικού Κομμουνιστικού Κόμματος.
Επίλογος
Η Ταϊβάν έχει σήμερα πλήρεις διπλωματικές σχέσεις με τα εξής κράτη: Βατικανό, Παραγουάη, Εσουατίνι (χώρα της Αφρικής, η πρώην Σουαζιλάνδη), Νήσοι Μάρσαλ, Ναουρού, Παλάου, Τουβαλού, Αϊτή, Ονδούρα, Γουατεμάλα, Μπελίζ, Άγιος Χριστόφορος και Νέβις, Αγία Λουκία, Άγιος Βικέντιος και Γρεναδίνες. Το πρόβλημα της Ταϊβάν έχει περιπλακεί από τις αρχές του 21ου αιώνα με τη δυναμική είσοδο της Κίνας στο πολιτικό και οικονομικό προσκήνιο. Η Ταϊβάν από την άλλη πλευρά αποτελεί μία από τις πλέον αναπτυγμένες ασιατικές χώρες. Είναι χαρακτηριστικό ότι το 2000 μόλις το 1% του πληθυσμού της ζούσε κάτω από το όριο της φτώχειας, ενώ το 2004 τα συναλλαγματικά της αποθέματα ήταν από τα μεγαλύτερα στον κόσμο.
Και ενώ η Κίνα δέχεται μόνο την πλήρη ενσωμάτωση της Ταϊβάν, στη νησιωτική χώρα οι απόψεις διίστανται. Οι εθνικιστές επιμένουν στην ένωση με την ηπειρωτική Κίνα αφού καταλάβουν την εξουσία, ενώ οι ευημερούντες αστοί βλέποντας ότι αυτό είναι ανέφικτο και φοβούμενοι την αφομοίωση από το Κινεζικό Κομμουνιστικό Κόμμα προκρίνουν τη λύση της πλήρους ανεξαρτησίας της Ταϊβάν με οποιοδήποτε όνομα χωρίς κανένα δικαίωμα στο έδαφος της ηπειρωτικής Κίνας.
Το ζήτημα όμως της Ταϊβάν είναι ιδιαίτερα περίπλοκο καθώς στην όλη διαμάχη εμπλέκονται οι Η.Π.Α. και όχι μόνο… Ας ελπίσουμε ότι τα πράγματα δεν θα εκτραχυνθούν και θα αποτραπεί μια πολεμική αναμέτρηση η οποία θα είναι ολέθρια όχι μόνο για την περιοχή αλλά και για ολόκληρο τον πλανήτη…
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου